Η νέα γενιά συστημάτων οικιακής ψυχαγωγίας μπορεί να καταφθάνει με γοργούς ρυθμούς, ορισμέναIP όμως εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να αγνοήσουν την τρέχουσα, για προφανείς λόγους. ΤοBattlefield ανήκει σε αυτή τη κατηγορία. Mπορεί η έκδοση του τίτλου της DICE για τις κονσόλες να έπαιζε ανέκαθεν δεύτερο ρόλο σε σύγκριση με τον «μεγάλο αδερφό» του PC, παρόλα αυτά δεν έπαψε ποτέ να έχει το δικό της κοινό, παρά τις προφανείς ελλείψεις. Έτσι, ενώ το Battlefield 4 είναι έτοιμο να κάνει την «απόβασή» του σε PlayStation 4 και Xbox One, προσπαθώντας να έρθει στο ίδιο επίπεδο με την κατεξοχήν “default” έκδοση των PC, αυτό δεν σημαίνει πως ο τίτλος δε θα βρει απήχηση στους κατόχους συστημάτων της τρέχουσας γενιάς. Καταφέρνει η Frostbite 3 να «λάμψει» μέσα από τους υπάρχοντες περιορισμούς; Ή μήπως τελικά σε αυτό το πεδίο μάχης χρειάζεται περισσότερη… δύναμη πυρός;
Ξεκινώντας από το campaign, ο τίτλος αναθέτει στους παίκτες τον ρόλο του λογία Recker, ενός μέλους των ειδικών δυνάμεων με την ονομασία “Tombstone”. Μετά από μια -όχι και τόσο- μυστική αποστολή στο Μπακού (του Αζερμπαϊτζάν), η ομάδα καταφέρνει να αποδράσει από τη πόλη και τις ρωσικές ειδικές δυνάμεις με σημαντικές πληροφορίες. Από εκεί και μετά η ιστορία γρήγορα «ξεφεύγει» και αποτελεί μια απλή δικαιολογία για τη δράση -και μάλιστα φτωχή, αφού το ασύνδετο σενάριο και η κακή αφήγηση δεν επιτρέπουν την παραμικρή σύνδεση με τους χαρακτήρες ή τις καταστάσεις. Για την ακρίβεια, το σενάριο είναι τόσο κακογραμμένο και αδιάφορο που δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι οι περισσότεροι δε θα θυμούνται απολύτως τίποτα (ή θα σταματήσουν να ενδιαφέρονται παντελώς) μετά τα πρώτα λεπτά του single player campaign. Βέβαια, το φτωχό σενάριο θα μπορούσε να έχει παραβλεφθεί από πλευράς παικτών, σε ένα βαθμό, αν υπήρχε ένα gameplay που φρόντιζε να «καλύψει» τα όποια «κενά». Δυστυχώς όμως, η ομάδα ανάπτυξης φαίνεται να υιοθετεί τον λάθος τρόπο για να διορθώσει τα κακώς κείμενα του παρελθόντος. Ενώ ο τίτλος ξεκινάει θεαματικά, με μια ενδιαφέρουσα εισαγωγή, πολλές εκρήξεις και ανοιχτές περιοχές, τα scripted κομμάτια δεν αργούν να κάνουν την εμφάνισή τους, με τη μία και μοναδική προκαθορισμένη διαδρομή να ακολουθείται πιστά και τον τίτλο να ταλαντεύεται ανάμεσα σε ανοιχτές περιοχές που δίνουν την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και σημεία που η δράση περιορίζεται σε τυπικό corridor shooting.
Το ΑΙ από πλευράς του δε βοηθάει την κατάσταση, αφού ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορεί να προσφέρει κάποια πρόκληση είναι μέσα από την εκνευριστική ευστοχία και τον μεγάλο αριθμό αντιπάλων που εστιάζουν αποκλειστικά και μόνο στον παίκτη, αγνοώντας τα υπόλοιπα μέλη του squad. Η μοναδική τακτική που έχουν να επιδείξουν οι αντίπαλοι περιορίζεται στη χρήση κάλυψης για εκτεταμένα χρονικά διαστήματα και την -πάντα άψογη- ρίψη χειροβομβίδων. Δεν υπάρχει η παραμικρή αντίδραση, η παραμικρή κίνηση flanking ή έστω προσπάθεια που να καθιστά το κάθε επίπεδο κάτι παραπάνω από ένα shooting gallery με διαφορετικό σκηνικό. Όσον αφορά στο squad, για πρώτη φορά στη σειρά δίνεται η δυνατότητα εντολών στα μέλη της ομάδας, επιτρέποντας στους παίκτες να «διατάζουν» την επίθεση σε συγκεκριμένους στόχους. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή είναι και η μοναδική περίπτωση στην οποία θα μπορούμε να έχουμε κάποια βοήθεια από τα μέλη της ομάδας μας, αφού σε κάθε άλλη περίπτωση δείχνουν να αγνοούν το γεγονός ότι βρίσκονται εν τω μέσω μιας μάχης.
Βέβαια, η «καρδιά» του Battlefield χτυπάει αλλού - και αυτό δεν είναι άλλο από το multiplayer. Εδώ η DICE κάνει για ακόμη μια φορά τα… «μαγικά» της, προσφέροντας μια μοναδική εμπειρία, παραμένοντας πιστή στο πνεύμα της σειράς, προβαίνοντας όμως σε μια σειρά από μικρές -ή και μεγαλύτερες- αλλαγές, «ρυθμίζοντας» όλες εκείνες τις απαραίτητες παραμέτρους για να παραδώσει ένα σύνολο που όμοιό του δε μπορεί κανείς να βρει πουθενά. Με τον αριθμό των παικτών να βρίσκεται στους 24 συνολικά (αρκετά χαμηλότερα από τους 64 σε PlayStation 4/Xbox One/PC), οι χάρτες έχουν δεχθεί την απαραίτητη «οριοθέτηση», με τα objectives να μικραίνουν σε αριθμό, αναλόγως. Ο αριθμός των ατόμων σε μια squad ανεβαίνει στα 5, ενώ τα τέσσερα διαθέσιμα classes έχουν δεχθεί μια σειρά από αλλαγές. Ο ρόλος των Assault/Recon/Engineer/Support είναι και πάλι ο ίδιος (σε γενικές γραμμές), αυτή τη φορά όμως η κάθε κλάση έχει τη δυνατότητα σταδιακού unlocking διαφορετικού οπλισμού, πράγμα που προσφέρει ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία στον κάθε ρόλο.
Την επιστροφή τους από το Battlefield 2142 κάνουν τα field upgrade buffs στο κάθε squad, κάτι που προσφέρει επιπλέον κίνητρο στους παίκτες για μεγαλύτερη προσοχή στην επιλογή κλάσης και τακτικής προσέγγισης. Μετά από πολλούς τίτλους επιστρέφει και ο ρόλος του Commander, όπου ένας παίκτης σε κάθε ομάδα μπορεί να αφήσει στην άκρη τα… όπλα του και να αναλάβει το έλεγχο της δράσης από την top-down οθόνη. Από εκεί μπορούν να δώσουν εντολές και να προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες για τις εχθρικές κινήσεις δίνοντας ταυτόχρονα promotions στα squads, supply drops, UAVs, μέχρι και χτυπήματα με πυραύλους Cruise σε οποιοδήποτε σημείο του χάρτη. Φυσικά και όλα τα παραπάνω ανταμείβουν τους παίκτες με XP points, δίνοντας το απαραίτητο κίνητρο σε όσους βρίσκουν κάτι τέτοιο ενδιαφέρον αλλά δε θέλουν να παραιτηθούν από την πρόοδο του χαρακτήρα τους και να unlocks που αυτή συνεπάγεται.
Στα διαθέσιμα modes, τα Conquest και Rush κάνουν τη δυναμική τους επιστροφή, καθώς και τοTeam Deathmatch μαζί με το ανανεωμένο Squad Deathmatch. Το Domination είναι μια πιο γρήγορη και πιο «μικρή» εκδοχή του Conquest, χωρίς οχήματα και με γρηγορότερο capturing των περιοχών, με τη δράση να παίρνει φωτιά. Στο Obliteration οι παίκτες χωρίζονται σε δύο ομάδες, με μια βόμβα να κάνει spawn στο χάρτη και να πρέπει να μεταφερθεί σε κάθε μία από τις 3 βάσεις των αντιπάλων. Όπως και στο Domination και εδώ η δράση είναι γρήγορη και έντονη, ενώ η χρήση οχημάτων επιτρέπει ορισμένες από τις πιο εντυπωσιακές μάχες και περιστατικά που έχουμε δει ποτέ στη σειρά. Τέλος, οι fans του Counter Strike θα βρουν εξαιρετικά οικείο το Defuse, στο οποίο δύο ομάδες των 5 αμύνονται και επιτίθενται σε 2 objectives, διαδοχικά, χωρίς respawn, σε 6 γύρους. Οι δέκα πλούσιοι χάρτες που έρχονται μαζί με τον τίτλο θα φιλοξενήσουν μάχες σε μια ποικιλία περιβάλλοντος, από φυλακές και αστικές περιοχές μέχρι εξωτικά θέρετρα διακοπών, προσφέροντας διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης και ευκαιρίες για τη κάθε κλάση να παίξει τον ρόλο της. Όλοι είναι εξαιρετικά σχεδιασμένοι, πάντα έχοντας σαν κεντρικό άξονα το Conquest mode, με μια πληθώρα από λεπτομέρειες που μπορούν να καθορίσουν την έκβαση της μάχης ανάλογα με το πόσο διατεθειμένη είναι η κάθε ομάδα να τις εκμεταλλευτεί. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως ο κάθε χάρτης είναι ιδανικός για όλα τα modes.
Δεν είναι λίγες οι φορές που στο Rush οι επιτιθέμενοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση, με τη δομή του επιπέδου να περιορίζει τις επιλογές προσέγγισης και να τους καθιστά εύκολους στόχους για την αμυνόμενη ομάδα - ή και το αντίθετο, με την υπεράσπιση ορισμένων σημείων να καθίσταται πρακτικά αδύνατη, λόγω του σημαντικού πλεονεκτήματος των επιτιθέμενων. Τέλος, το προβληματικό σύστημα respawn του Team Deathmatch δείχνει πως το συγκεκριμένο mode απέχει πολύ από το να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στα «δυνατά χαρτιά» του Battlefield. Φυσικά, Battlefield και στρατιωτικά οχήματα πάνε μαζί και το Battlefield 4 δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Μαχητικάαεροσκάφη, ελικόπτερα, άρματα μάχης, ταχύπλοα και τζιπ, όλα βρίσκουν τη θέση τους στο πεδίο της μάχης, με τα θετικά και αρνητικά τους στοιχεία να χαρίζουν πλεονεκτήματα -και να θέτουν περιορισμούς- στην επικράτηση. Ο κάθε χάρτης έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε η χρήση του κάθε οχήματος να έχει την αντίστοιχη «εναλλακτική» από πλευράς αντιπάλων, είτε με άλλα οχήματα, είτε με την έκθεση του σε κάθε είδους κίνδυνο από εχθρικά πυρά. Το customization των οχημάτων ακολουθεί τον ανασχεδιασμό των classes, προσφέροντας ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία και δυνατότητα προσαρμογής σε κάθε κατάσταση, συμβάλλοντας σε ακόμα πιο απαιτητικές -αλλά και απολαυστικές- μάχες.
Οι fans του Bad Company 2 θα χαρούν με το επίπεδο καταστροφής, καθιστώντας τα περισσότερα των «απλών» κτηρίων πλήρως καταστρέψιμα, κάτι που σημαίνει πως σχεδόν κανένα σημείο κάλυψης δεν είναι ασφαλές - ή και πως ο πιο ιδανικός τρόπος για να αποτρέψεις την προέλαση των εχθρικών αρμάτων είναι απλά… να καταστρέψεις τη γέφυρα. Αυτό όμως δεν είναι το μοναδικό επίπεδο καταστροφής το οποία θα αναγκάσει τους παίκτες να αλλάξουν τακτικές και στρατηγική εν τω μέσω της μάχης. Το “Levolution” -όπως το ορίζει η DICE- φροντίζει να αλλάξει άρδην το πρόσωπο (σχεδόν) κάθε χάρτη, με μεγάλου μεγέθους καταστροφές και περιβαλλοντικές αλλαγές που όμοιες δεν έχουμε ξαναδεί. Από την κατάρρευση ενός ουρανοξύστη στο κέντρο της Shanghai μέχρι την ανατίναξη ενός φράγματος και την απελευθέρωση των ορμητικών νερών, μέσα από το “Levolution” ο κάθε χάρτης αλλάζει, με διαφορετικές διαδρομές, εμπόδια και περάσματα. Βέβαια, το αποτέλεσμα δεν είναι το ίδιο εκπληκτικό σε κάθε περίπτωση, παραμένει όμως εξαιρετικά ενδιαφέρον το πώς η κάθε περίσταση αναγκάζει τους παίκτες να προσαρμοστούν, από προφανείς μέχρι πιο «μικρές» λεπτομέρειες, όπως η μειωμένη ορατότητα κατά τη διάρκεια μιας τροπικής καταιγίδας.
Ξεκινώντας από το campaign, ο τίτλος αναθέτει στους παίκτες τον ρόλο του λογία Recker, ενός μέλους των ειδικών δυνάμεων με την ονομασία “Tombstone”. Μετά από μια -όχι και τόσο- μυστική αποστολή στο Μπακού (του Αζερμπαϊτζάν), η ομάδα καταφέρνει να αποδράσει από τη πόλη και τις ρωσικές ειδικές δυνάμεις με σημαντικές πληροφορίες. Από εκεί και μετά η ιστορία γρήγορα «ξεφεύγει» και αποτελεί μια απλή δικαιολογία για τη δράση -και μάλιστα φτωχή, αφού το ασύνδετο σενάριο και η κακή αφήγηση δεν επιτρέπουν την παραμικρή σύνδεση με τους χαρακτήρες ή τις καταστάσεις. Για την ακρίβεια, το σενάριο είναι τόσο κακογραμμένο και αδιάφορο που δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι οι περισσότεροι δε θα θυμούνται απολύτως τίποτα (ή θα σταματήσουν να ενδιαφέρονται παντελώς) μετά τα πρώτα λεπτά του single player campaign. Βέβαια, το φτωχό σενάριο θα μπορούσε να έχει παραβλεφθεί από πλευράς παικτών, σε ένα βαθμό, αν υπήρχε ένα gameplay που φρόντιζε να «καλύψει» τα όποια «κενά». Δυστυχώς όμως, η ομάδα ανάπτυξης φαίνεται να υιοθετεί τον λάθος τρόπο για να διορθώσει τα κακώς κείμενα του παρελθόντος. Ενώ ο τίτλος ξεκινάει θεαματικά, με μια ενδιαφέρουσα εισαγωγή, πολλές εκρήξεις και ανοιχτές περιοχές, τα scripted κομμάτια δεν αργούν να κάνουν την εμφάνισή τους, με τη μία και μοναδική προκαθορισμένη διαδρομή να ακολουθείται πιστά και τον τίτλο να ταλαντεύεται ανάμεσα σε ανοιχτές περιοχές που δίνουν την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και σημεία που η δράση περιορίζεται σε τυπικό corridor shooting.
Το ΑΙ από πλευράς του δε βοηθάει την κατάσταση, αφού ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορεί να προσφέρει κάποια πρόκληση είναι μέσα από την εκνευριστική ευστοχία και τον μεγάλο αριθμό αντιπάλων που εστιάζουν αποκλειστικά και μόνο στον παίκτη, αγνοώντας τα υπόλοιπα μέλη του squad. Η μοναδική τακτική που έχουν να επιδείξουν οι αντίπαλοι περιορίζεται στη χρήση κάλυψης για εκτεταμένα χρονικά διαστήματα και την -πάντα άψογη- ρίψη χειροβομβίδων. Δεν υπάρχει η παραμικρή αντίδραση, η παραμικρή κίνηση flanking ή έστω προσπάθεια που να καθιστά το κάθε επίπεδο κάτι παραπάνω από ένα shooting gallery με διαφορετικό σκηνικό. Όσον αφορά στο squad, για πρώτη φορά στη σειρά δίνεται η δυνατότητα εντολών στα μέλη της ομάδας, επιτρέποντας στους παίκτες να «διατάζουν» την επίθεση σε συγκεκριμένους στόχους. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή είναι και η μοναδική περίπτωση στην οποία θα μπορούμε να έχουμε κάποια βοήθεια από τα μέλη της ομάδας μας, αφού σε κάθε άλλη περίπτωση δείχνουν να αγνοούν το γεγονός ότι βρίσκονται εν τω μέσω μιας μάχης.
Βέβαια, η «καρδιά» του Battlefield χτυπάει αλλού - και αυτό δεν είναι άλλο από το multiplayer. Εδώ η DICE κάνει για ακόμη μια φορά τα… «μαγικά» της, προσφέροντας μια μοναδική εμπειρία, παραμένοντας πιστή στο πνεύμα της σειράς, προβαίνοντας όμως σε μια σειρά από μικρές -ή και μεγαλύτερες- αλλαγές, «ρυθμίζοντας» όλες εκείνες τις απαραίτητες παραμέτρους για να παραδώσει ένα σύνολο που όμοιό του δε μπορεί κανείς να βρει πουθενά. Με τον αριθμό των παικτών να βρίσκεται στους 24 συνολικά (αρκετά χαμηλότερα από τους 64 σε PlayStation 4/Xbox One/PC), οι χάρτες έχουν δεχθεί την απαραίτητη «οριοθέτηση», με τα objectives να μικραίνουν σε αριθμό, αναλόγως. Ο αριθμός των ατόμων σε μια squad ανεβαίνει στα 5, ενώ τα τέσσερα διαθέσιμα classes έχουν δεχθεί μια σειρά από αλλαγές. Ο ρόλος των Assault/Recon/Engineer/Support είναι και πάλι ο ίδιος (σε γενικές γραμμές), αυτή τη φορά όμως η κάθε κλάση έχει τη δυνατότητα σταδιακού unlocking διαφορετικού οπλισμού, πράγμα που προσφέρει ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία στον κάθε ρόλο.
Την επιστροφή τους από το Battlefield 2142 κάνουν τα field upgrade buffs στο κάθε squad, κάτι που προσφέρει επιπλέον κίνητρο στους παίκτες για μεγαλύτερη προσοχή στην επιλογή κλάσης και τακτικής προσέγγισης. Μετά από πολλούς τίτλους επιστρέφει και ο ρόλος του Commander, όπου ένας παίκτης σε κάθε ομάδα μπορεί να αφήσει στην άκρη τα… όπλα του και να αναλάβει το έλεγχο της δράσης από την top-down οθόνη. Από εκεί μπορούν να δώσουν εντολές και να προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες για τις εχθρικές κινήσεις δίνοντας ταυτόχρονα promotions στα squads, supply drops, UAVs, μέχρι και χτυπήματα με πυραύλους Cruise σε οποιοδήποτε σημείο του χάρτη. Φυσικά και όλα τα παραπάνω ανταμείβουν τους παίκτες με XP points, δίνοντας το απαραίτητο κίνητρο σε όσους βρίσκουν κάτι τέτοιο ενδιαφέρον αλλά δε θέλουν να παραιτηθούν από την πρόοδο του χαρακτήρα τους και να unlocks που αυτή συνεπάγεται.
Στα διαθέσιμα modes, τα Conquest και Rush κάνουν τη δυναμική τους επιστροφή, καθώς και τοTeam Deathmatch μαζί με το ανανεωμένο Squad Deathmatch. Το Domination είναι μια πιο γρήγορη και πιο «μικρή» εκδοχή του Conquest, χωρίς οχήματα και με γρηγορότερο capturing των περιοχών, με τη δράση να παίρνει φωτιά. Στο Obliteration οι παίκτες χωρίζονται σε δύο ομάδες, με μια βόμβα να κάνει spawn στο χάρτη και να πρέπει να μεταφερθεί σε κάθε μία από τις 3 βάσεις των αντιπάλων. Όπως και στο Domination και εδώ η δράση είναι γρήγορη και έντονη, ενώ η χρήση οχημάτων επιτρέπει ορισμένες από τις πιο εντυπωσιακές μάχες και περιστατικά που έχουμε δει ποτέ στη σειρά. Τέλος, οι fans του Counter Strike θα βρουν εξαιρετικά οικείο το Defuse, στο οποίο δύο ομάδες των 5 αμύνονται και επιτίθενται σε 2 objectives, διαδοχικά, χωρίς respawn, σε 6 γύρους. Οι δέκα πλούσιοι χάρτες που έρχονται μαζί με τον τίτλο θα φιλοξενήσουν μάχες σε μια ποικιλία περιβάλλοντος, από φυλακές και αστικές περιοχές μέχρι εξωτικά θέρετρα διακοπών, προσφέροντας διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης και ευκαιρίες για τη κάθε κλάση να παίξει τον ρόλο της. Όλοι είναι εξαιρετικά σχεδιασμένοι, πάντα έχοντας σαν κεντρικό άξονα το Conquest mode, με μια πληθώρα από λεπτομέρειες που μπορούν να καθορίσουν την έκβαση της μάχης ανάλογα με το πόσο διατεθειμένη είναι η κάθε ομάδα να τις εκμεταλλευτεί. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως ο κάθε χάρτης είναι ιδανικός για όλα τα modes.
Δεν είναι λίγες οι φορές που στο Rush οι επιτιθέμενοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση, με τη δομή του επιπέδου να περιορίζει τις επιλογές προσέγγισης και να τους καθιστά εύκολους στόχους για την αμυνόμενη ομάδα - ή και το αντίθετο, με την υπεράσπιση ορισμένων σημείων να καθίσταται πρακτικά αδύνατη, λόγω του σημαντικού πλεονεκτήματος των επιτιθέμενων. Τέλος, το προβληματικό σύστημα respawn του Team Deathmatch δείχνει πως το συγκεκριμένο mode απέχει πολύ από το να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στα «δυνατά χαρτιά» του Battlefield. Φυσικά, Battlefield και στρατιωτικά οχήματα πάνε μαζί και το Battlefield 4 δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Μαχητικάαεροσκάφη, ελικόπτερα, άρματα μάχης, ταχύπλοα και τζιπ, όλα βρίσκουν τη θέση τους στο πεδίο της μάχης, με τα θετικά και αρνητικά τους στοιχεία να χαρίζουν πλεονεκτήματα -και να θέτουν περιορισμούς- στην επικράτηση. Ο κάθε χάρτης έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε η χρήση του κάθε οχήματος να έχει την αντίστοιχη «εναλλακτική» από πλευράς αντιπάλων, είτε με άλλα οχήματα, είτε με την έκθεση του σε κάθε είδους κίνδυνο από εχθρικά πυρά. Το customization των οχημάτων ακολουθεί τον ανασχεδιασμό των classes, προσφέροντας ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία και δυνατότητα προσαρμογής σε κάθε κατάσταση, συμβάλλοντας σε ακόμα πιο απαιτητικές -αλλά και απολαυστικές- μάχες.
Οι fans του Bad Company 2 θα χαρούν με το επίπεδο καταστροφής, καθιστώντας τα περισσότερα των «απλών» κτηρίων πλήρως καταστρέψιμα, κάτι που σημαίνει πως σχεδόν κανένα σημείο κάλυψης δεν είναι ασφαλές - ή και πως ο πιο ιδανικός τρόπος για να αποτρέψεις την προέλαση των εχθρικών αρμάτων είναι απλά… να καταστρέψεις τη γέφυρα. Αυτό όμως δεν είναι το μοναδικό επίπεδο καταστροφής το οποία θα αναγκάσει τους παίκτες να αλλάξουν τακτικές και στρατηγική εν τω μέσω της μάχης. Το “Levolution” -όπως το ορίζει η DICE- φροντίζει να αλλάξει άρδην το πρόσωπο (σχεδόν) κάθε χάρτη, με μεγάλου μεγέθους καταστροφές και περιβαλλοντικές αλλαγές που όμοιες δεν έχουμε ξαναδεί. Από την κατάρρευση ενός ουρανοξύστη στο κέντρο της Shanghai μέχρι την ανατίναξη ενός φράγματος και την απελευθέρωση των ορμητικών νερών, μέσα από το “Levolution” ο κάθε χάρτης αλλάζει, με διαφορετικές διαδρομές, εμπόδια και περάσματα. Βέβαια, το αποτέλεσμα δεν είναι το ίδιο εκπληκτικό σε κάθε περίπτωση, παραμένει όμως εξαιρετικά ενδιαφέρον το πώς η κάθε περίσταση αναγκάζει τους παίκτες να προσαρμοστούν, από προφανείς μέχρι πιο «μικρές» λεπτομέρειες, όπως η μειωμένη ορατότητα κατά τη διάρκεια μιας τροπικής καταιγίδας.
Όλα τα παραπάνω συνθέτουν σίγουρα το πιο… «εκρηκτικό» Battlefield μέχρι στιγμής, δεν έρχονται όμως χωρίς το τίμημα τους. Τα συστήματα της τρέχουσας γενιάς είναι δύσκολο να κρύψουν την ηλικία τους πλέον, με την Frostbite 3 όμως γίνεται παραπάνω από προφανές. Τo Battlefield 4 σίγουρα δε θα μείνει στην ιστορία ως ένα παράδειγμα αρτιότητας οπτικού τομέα, αφού το επίπεδο τηςκαταστροφής λειτουργεί σε βάρος της παρουσίασης, με τη γενικότερη εικόνα του τίτλου να είναι…θολή, κάτι που αρκετές φορές προκαλεί θέματα αναγνώρισης στόχων στο multiplayer. Χαμηλής ανάλυσης textures, χαμηλό επίπεδο λεπτομέρειας, συνεχές popping, tearing και πολλά θέματα στοanti-aliasing είναι μόνο ελάχιστα από όσα χαρακτηρίζουν τα προβλήματα στον τεχνικό τομέα του τίτλου.
Το single-player χαρακτηρίζεται από μια πληθώρα bugs και glitches που κάνουν συνεχώς την εμφάνισή τους, στο multiplayer υπάρχουν σημεία όπου το frame rate πέφτει κατακόρυφα, ενώ δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις του console freeze, με το reboot να είναι η μοναδική λύση. Παρόλα αυτά τα θέματα βέβαια, μπορεί να μην αγγίζει την κορυφή, παραμένει όμως ένας τίτλος που στο τομέα «γραφικά» καταφέρνει πολύ περισσότερα απ’ ότι πολλοί άλλοι. Ο ηχητικός τομέας ακολουθεί τη παράδοση της σειράς, με εξαιρετικής ποιότητας ηχητικά εφέ, πιστά voice-overs των στρατιωτών την ώρα της μάχης, αλλά και το αγαπημένο theme που συνοδεύει εδώ και χρόνια το Battlefield.
Με το βλέμμα στην επερχόμενη γενιά συστημάτων και το PC, είναι εύκολο η έκδοση του τίτλου για τη τρέχουσα γενιά συστημάτων οικιακής ψυχαγωγίας να φαίνεται σαν ελλιπής και ατελής. Επιπρόσθετα, παρά τις εκρήξεις και τις θεαματικές σκηνές, η DICE φαίνεται απλά να μην μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς είναι αυτό που κάνει έναν απολαυστικό single-player τίτλο. Με ένα multiplayer όμως που παίρνει όλα τα στοιχεία που καθιέρωσαν τη σειρά στη συνείδηση του κοινό και τα ενώνει με έναν τρόπο αριστοτεχνικό, κατορθώνει να παραδώσει μια εμπειρία που δεν μπορεί να βρεθεί πουθενά αλλού. Χωρίς να σπάει τα καθιερωμένα, το Battlefield 4 κατορθώνει να διακριθεί ως ένας από τους καλύτερους, αλλά και πιο απολαυστικούς multiplayer τίτλους της γενιάς του.
Με την ομάδα ανάπτυξης να έχει αποδείξει πως βρίσκεται πάντα κοντά στη κοινότητα, είναι σίγουρο πως τα περισσότερα προβλήματα του τίτλου θα λυθούν εν καιρώ, πάντα στα πλαίσια των περιορισμών που τίθενται στην Frostbite 3. Με όλα τα θέματα που μπορεί να το συνοδεύουν, η απάντηση για όποιον ψάχνει μια μοναδική εμπειρία multiplayer παραμένει η ίδια: Only on Battlefield.
Το review του τίτλου έγινε στην έκδοση του Xbox 360. Για μια γεύση του Battlefield 4 στο PC, μπορείτε να δείτε το Max Settings video, εδώ.
Το single-player χαρακτηρίζεται από μια πληθώρα bugs και glitches που κάνουν συνεχώς την εμφάνισή τους, στο multiplayer υπάρχουν σημεία όπου το frame rate πέφτει κατακόρυφα, ενώ δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις του console freeze, με το reboot να είναι η μοναδική λύση. Παρόλα αυτά τα θέματα βέβαια, μπορεί να μην αγγίζει την κορυφή, παραμένει όμως ένας τίτλος που στο τομέα «γραφικά» καταφέρνει πολύ περισσότερα απ’ ότι πολλοί άλλοι. Ο ηχητικός τομέας ακολουθεί τη παράδοση της σειράς, με εξαιρετικής ποιότητας ηχητικά εφέ, πιστά voice-overs των στρατιωτών την ώρα της μάχης, αλλά και το αγαπημένο theme που συνοδεύει εδώ και χρόνια το Battlefield.
Με το βλέμμα στην επερχόμενη γενιά συστημάτων και το PC, είναι εύκολο η έκδοση του τίτλου για τη τρέχουσα γενιά συστημάτων οικιακής ψυχαγωγίας να φαίνεται σαν ελλιπής και ατελής. Επιπρόσθετα, παρά τις εκρήξεις και τις θεαματικές σκηνές, η DICE φαίνεται απλά να μην μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς είναι αυτό που κάνει έναν απολαυστικό single-player τίτλο. Με ένα multiplayer όμως που παίρνει όλα τα στοιχεία που καθιέρωσαν τη σειρά στη συνείδηση του κοινό και τα ενώνει με έναν τρόπο αριστοτεχνικό, κατορθώνει να παραδώσει μια εμπειρία που δεν μπορεί να βρεθεί πουθενά αλλού. Χωρίς να σπάει τα καθιερωμένα, το Battlefield 4 κατορθώνει να διακριθεί ως ένας από τους καλύτερους, αλλά και πιο απολαυστικούς multiplayer τίτλους της γενιάς του.
Με την ομάδα ανάπτυξης να έχει αποδείξει πως βρίσκεται πάντα κοντά στη κοινότητα, είναι σίγουρο πως τα περισσότερα προβλήματα του τίτλου θα λυθούν εν καιρώ, πάντα στα πλαίσια των περιορισμών που τίθενται στην Frostbite 3. Με όλα τα θέματα που μπορεί να το συνοδεύουν, η απάντηση για όποιον ψάχνει μια μοναδική εμπειρία multiplayer παραμένει η ίδια: Only on Battlefield.
Το review του τίτλου έγινε στην έκδοση του Xbox 360. Για μια γεύση του Battlefield 4 στο PC, μπορείτε να δείτε το Max Settings video, εδώ.
πηγή: Κωνσταντίνος Καλκάνης from enternity.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου